ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΤΟΠΙΩΝ.

 

Εικόνες από το Hammersmith του Λονδίνου, στο ηλιοβασίλεμα του Δεκαπενταύγουστου. Ανήκουν στο προσωπικό φωτογραφικό αρχείο της Βασιλικής Σπύρου.


Ο ήλιος ολόχρυσος δύει στον Τάμεση. Κωπηλάτες διασχίζουν την ησυχία του νερού. Ακουμπισμένοι οι αγκώνες νωχελικά στον φράχτη από τα κόκκινα τούβλα δεξιά της γέφυρας, τα μάτια κοιτούν τον ποταμό να ρέει στην πόλη. Hammersmith μέσα στον Δεκαπενταύγουστο. Υπάρχει μια γαλήνη στο τοπίο όπως στις σελίδες ρομαντικών διηγημάτων του 18ου αιώνα. Δεν ξέραμε αν θέλαμε να επιστρέψουμε στο σπίτι. Παραμέναμε με μια εσωτερική ομορφιά να μας γεμίζει. Ακουμπισμένοι μπροστά από τις pub. Σιωπηλοί και τόσο πλούσιοι από ευφορία.

Το καλοκαίρι εμπεριέχεται στους προσωπικούς μας χάρτες. Όταν αποχαιρετούμε την κάθε είδους συνήθεια και η διαφορετική διαδρομή απλώνεται τεράστια μπροστά στο βήμα μας. Όταν οι κατευθύνσεις δεν έχουν βιασύνη και η επιλογή τους είναι τυχαία.

«Γιατί δεν λες που θα πας το καλοκαίρι», με ρώτησαν.

«Γιατί είναι δικό μου», απάντησα.

Δεν θα είναι κανείς άλλος εκεί παρά μόνο λίγοι. Εκείνοι που μαζί τους θα κοιτώ την νυχτερινή πόλη από την ταράτσα που εκπέμπει τη ζέστη της μέρας. Ξυπόλυτοι με τα μπλουζάκια από τα τουριστικά μαγαζιά του κέντρου. Εκείνοι που θα καθόμαστε μαζί στο αεροπλάνο για να διασχίσουμε μαζί έξω από τα σύνορα τις χώρες.

Τις χώρες εκείνες για τις οποίες μαζί ετοιμάσαμε τις βαλίτσες και πριν από την ανατολή ήδη απογειωθήκαμε για να τις φτάσουμε.

Δεν ρώτησα ποτέ κανέναν πού θα πάει το καλοκαίρι. Θεωρούσα πάντα πως αυτή η ερώτηση είναι άκομψη, χωρίς να έχει κανένα όφελος η απάντησή της.

Η μεγάλη χρονική περίοδος απουσίας από τις ευθύνες για ορισμένα από τα επαγγέλματα δημιούργησε αυτή την ερώτηση. Το καλοκαίρι δεν έχει διαφορετική όψη από άλλες εποχές για όλους. Για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού η καθημερινότητα ρέει μέσα στην ίδια ρουτίνα μακριά από διακοπές, ενώ για άλλους είναι μια μεγάλη ευκαιρία να δημιουργήσουν όσα δεν έχουν τον χρόνο κάτω από άλλες συνθήκες.

Και είναι εκείνο που με κάνει να σκεφτώ πως ποτέ ένας ενήλικας στην πραγματικότητα δεν έχει τόσο μεγάλες περιόδους ανεμελιάς στα αλήθεια, όχι γιατί δεν γίνεται αλλά γιατί έχει την ανάγκη να δημιουργεί.

«Πού πήγες το καλοκαίρι», επέμεναν.

Σε εκείνη την μεγαλειώδη συναυλία που από τις κερκίδες χόρεψα με την ψυχή μου τραγουδώντας δυνατά. Σε εκείνο τον δρόμο που όλοι μιλούσαν μια άλλη γλώσσα.

«Δεν εννοώ αυτό. Εννοώ που πήγες».

Μόλις είχα απαντήσει. Αλλά η απάντηση δεν έγινε αποδεκτή.

Συνηθίζεται να ακολουθούμε τους επιφανειακούς προορισμούς μιας υπέρογκης συνήθειας για να μπορεί να δοθεί απλώς μια απάντηση σε εκείνες τις άκομψες ερωτήσεις.

«Πού πήγες το καλοκαίρι».

Ερωτήσεις χωρίς προσωπικό όφελος που αναμένουν μια κλειστή απάντηση, τόσο κλειστή όση αντέχουμε να ακούσουμε.

Σε αυτήν την απάντηση δεν χωράει τίποτα που να εμπεριέχει την ευτυχία του τύπου, «ανηφορίσαμε νωρίς το πρωί με τους πρώτους επισκέπτες στο Αρχαίο θέατρο του Διόνυσου»

ή κάθε ευτυχία που ο καθένας προσωπικά ορίζει. Που ο καθένας δημιουργεί ως προσωπικό τοπίο.

«Που πήγες διακοπές», επέμεναν.

Τις διακοπές μπορεί οποιοσδήποτε να εφεύρει σε κάθε χρονική περίοδο και εποχή χωρίς κανένας γύρω να το γνωρίζει.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις